στο λεξικό PONS
analy·sis <pl analyses> [əˈnæləsɪs, pl -si:z] ΟΥΣ
1. analysis:
equi·lib·rium [ˌi:kwɪˈlɪbriəm] ΟΥΣ no pl
I. par·tial [ˈpɑ:ʃəl, αμερικ ˈpɑ:r-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. partial (incomplete):
2. partial (biased):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
partial equilibrium analysis ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
equilibrium ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
equilibrium [ˌiːkwɪˈlɪbriəm] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.