στο λεξικό PONS
read·er [ˈri:dəʳ, αμερικ -ɚ] ΟΥΣ
1. reader (person who reads):
4. reader ΕΚΔ:
6. reader (book of extracts):
7. reader βρετ ΠΑΝΕΠ:
8. reader (device):
char·ac·ter [ˈkærəktəʳ, αμερικ ˈkerəktɚ] ΟΥΣ
1. character no pl (personality):
2. character (moral integrity):
3. character (unique person):
4. character ΛΟΓΟΤ, ΤΈΧΝΗ (representation):
5. character ΤΥΠΟΓΡ:
6. character ΝΟΜ:
character ΟΥΣ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Αναζήτηση στο λεξικό
- opprobrium
- oppugn
- op-shop
- opsin
- opt
- optical character reader
- optical character recognition
- optical fiber
- optical fibre
- optical glass
- optical illusion