στο λεξικό PONS
PAYE [ˌpi:eɪwaɪˈi:] ΟΥΣ no pl βρετ
PAYE συντομογραφία: pay as you earn
pay as you earn ΟΥΣ ΦΟΡΟΛ
-
- Quellenabzug αρσ
pay as you ˈearn ΟΥΣ, PAYE ΟΥΣ esp βρετ
pay as you ˈearn ΟΥΣ, PAYE ΟΥΣ esp βρετ
PhD [ˌpi:eɪtʃˈdi:] ΟΥΣ
PhD συντομογραφία: Doctor of Philosophy
ˈset·tle·ment days ΟΥΣ πλ
1. settlement days ΟΙΚΟΝ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ:
2. settlement days ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PAYE ΟΥΣ ΦΟΡΟΛ
PAYE taxation ΟΥΣ ΦΟΡΟΛ
moving 200-days-average ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
NYSE ΟΥΣ
risk-shy ΕΠΊΘ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
education of boys ΟΥΣ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
phyto hormone [ˌfaɪtəʊhɔːməʊn] ΟΥΣ
phyto-remediation [ˈfaɪtərɪˌmiːdiˈeɪʃn] ΟΥΣ
X-rays [ˈeksreɪz] ΟΥΣ
high energy rays ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.