Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: επανορθώνω , έπαινος , επαρκώ , επαιτώ , επαινώ , επαφή και επάνω

επανορθώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [ɛpanɔrˈθɔnɔ] VERB μεταβ

1. επανορθώνω (ξανασηκώνω):

2. επανορθώνω (λάθος):

3. επανορθώνω (άδικο, ζημιά):

έπαινος [ˈɛpɛnɔs] SUBST αρσ

1. έπαινος (έκφραση επιδοκιμασίας):

Lob ουδ

2. έπαινος (είδος βραβείου):

επάνω

επάνω s. πάνω

Βλέπε και: πάνω

πάνω [ˈpanɔ] ΕΠΊΡΡ

επαιν|ώ <-είς, -εσα, -έθηκα, -εμένος> [ɛpɛˈnɔ] VERB μεταβ

I . επαιτ|ώ <-είς> [ɛpɛˈtɔ] VERB αμετάβ nur präs und imperf

II . επαιτ|ώ <-είς> [ɛpɛˈtɔ] VERB μεταβ nur präs und imperf

επαρκ|ώ <-είς, -εσα> [ɛparˈkɔ] VERB αμετάβ

2. επαρκώ (είμαι κατάλληλος, ανταποκρίνομαι):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский