Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιχειρηματίας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιχειρηματίας [ɛpiçirimaˈtias] SUBST mf

επιχειρηματίας
Unternehmer(in) αρσ (θηλ)
γυναίκα θηλ επιχειρηματίας
Unternehmerin θηλ
επιχειρηματίας των ΜΜΕ
Medienunternehmer(in) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με επιχειρηματίας

γυναίκα θηλ επιχειρηματίας
επιχειρηματίας των ΜΜΕ
Medienunternehmer(in) αρσ (θηλ)
έγινε επιχειρηματίας και το πήρε πάνω του

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский