Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επανόρθωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επανόρθωσ|η <-εις> [ɛpaˈnɔrθɔsi] SUBST θηλ

1. επανόρθωση (ξανασήκωμα):

επανόρθωση

2. επανόρθωση (λάθους):

επανόρθωση
Berichtigung θηλ

3. επανόρθωση (αδίκου, ζημιάς):

επανόρθωση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский