Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: bis , bei , Abi και urig

urig [ˈuːrɪç] ΕΠΊΘ

1. urig (Mensch):

2. urig (Lokal, Einrichtung):

Abi <-s, -s> [ˈabiː] SUBST ουδ

Abi Abk von συντομογραφία: Abitur

Βλέπε και: Abitur

bei [baɪ] PREP +δοτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский