Ελληνικά » Γερμανικά

νερό [nɛˈrɔ] SUBST ουδ

2. νερό (ξύλου, μαρμάρου):

die Maserung θηλ ενικ

3. νερό (βροχή):

νερό
Regen αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με νερό

νερό ουδ ψύξης
σκληρό νερό
hartes Wasser ουδ
πηγαίο νερό
Bromwasser ουδ
πόσιμο νερό
Meerwasser ουδ
αλμυρό νερό
Salzwasser ουδ
γλυκό νερό
δεσμευμένο νερό ΧΗΜ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский