Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κρύωμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κρύωμα [ˈkriɔma] SUBST ουδ

κρύωμα
Erkältung θηλ
αρπάζω ένα κρύωμα

Παραδειγματικές φράσεις με κρύωμα

αρπάζω ένα κρύωμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский