Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: offre , off και offrir

off <πλ offs> [ɔf] ΕΠΊΘ

1. off ΚΙΝΗΜ, TV:

Filmkommentar αρσ
Stimme θηλ im Off
Hintergrundkommentator(in) αρσ (θηλ)
Sprecher(in) αρσ (θηλ) im Off

2. off (en marge):

Off-Festival ουδ

II . offrir [ɔfʀiʀ] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

3. offrir (s'accorder):

sich δοτ Ferien leisten [o. gönnen]

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina