στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. indifferente [indiffeˈrɛnte] ΕΠΊΘ
1. indifferente (impassibile):
2. indifferente (uguale):
3. indifferente (irrilevante):
II. indifferente [indiffeˈrɛnte] ΟΥΣ αρσ θηλ
στο λεξικό PONS
I. indifferente [in·dif·fe·ˈrɛn·te] ΕΠΊΘ
1. indifferente (persona):
2. indifferente (non importante):
3. indifferente (scelta, questione):
II. indifferente [in·dif·fe·ˈrɛn·te] ΟΥΣ αρσ (persona)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.