στο λεξικό PONS
Mit·tei·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Mitteilung (Benachrichtigung):
2. Mitteilung (Bekanntgabe):
- Mitteilung
-
-
- vertrauliche Mitteilung
-
- innerbetriebliche Mitteilung
-
- Mitteilung θηλ <-, -en>
-
- Mitteilung θηλ <-, -en>
-
- schriftliche/offizielle Mitteilung
-
- Mitteilung θηλ <-, -en>
-
- interne Nachforschungen/Mitteilung
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Mitteilung der Nichteinhaltung phrase ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
- Mitteilung der Nichteinhaltung
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.