Oxford Spanish Dictionary
I. white <whiter, whitest> [αμερικ (h)waɪt, βρετ wʌɪt] ΕΠΊΘ
1. white:
2.1. white (pale):
II. white [αμερικ (h)waɪt, βρετ wʌɪt] ΟΥΣ
4.2. white <whites, pl > esp βρετ ΑΘΛ:
στο λεξικό PONS
I. white [waɪt] ΕΠΊΘ
white-bait [ˈwaɪtbeɪt] ΟΥΣ αμετάβλ
I. white [hwaɪt] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.