Oxford Spanish Dictionary
I. special [αμερικ ˈspɛʃəl, βρετ ˈspɛʃ(ə)l] ΕΠΊΘ
1. special (exceptional) προσδιορ:
2. special (for specific purpose) προσδιορ:
3. special (particular, individual):
4. special (better than ordinary):
II. special [αμερικ ˈspɛʃəl, βρετ ˈspɛʃ(ə)l] ΟΥΣ
4. special ΔΗΜΟΣΙΟΓΡ:
edition [αμερικ əˈdɪʃ(ə)n, βρετ ɪˈdɪʃ(ə)n] ΟΥΣ
1. edition (book):
στο λεξικό PONS
special edition ΟΥΣ
I. special [ˈspeʃəl] ΕΠΊΘ
I. special [ˈspeʃ·əl] ΕΠΊΘ
II. special [ˈspeʃ·əl] ΟΥΣ
2. special culin:
3. special pl ΕΜΠΌΡ:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.