στο λεξικό PONS
ˈplas·tics in·dus·try ΟΥΣ
- plastics industry
-
I. plas·tic [ˈplæstɪk] ΟΥΣ
1. plastic (material):
2. plastic (industry):
- plastics pl
-
II. plas·tic [ˈplæstɪk] ΕΠΊΘ
2. plastic μειωτ:
foam ˈplas·tic ΟΥΣ no pl
plas·tic ex·ˈplo·sive ΟΥΣ
plas·tic ˈbag ΟΥΣ
plas·tic ˈbomb ΟΥΣ
plas·tic ˈmoney ΟΥΣ no pl
plas·tic ˈbul·let ΟΥΣ
plastic ΟΥΣ
-
- plastics industry
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
plastics industry ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
- plastics industry
-
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
plastics ΟΥΣ
- plastics
-
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.