στο λεξικό PONS
Che·mie <-> [çeˈmi:] ΟΥΣ θηλ kein πλ
1. Chemie (Wissenschaft):
3. Chemie οικ (chemische Zusatzstoffe):
- Chemie
-
-
- anorganische Chemie
-
- organische Chemie
-
- Chemie θηλ <->
-
- technische Chemie θηλ
-
- physikalische Chemie
-
- technische Chemie
-
- analytische Chemie
-
- Chemie-
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.