στο λεξικό PONS
in·hibi·tory [ɪnˈhɪbɪtəri, αμερικ ɪtɔ:ri] ΕΠΊΘ αμετάβλ esp ΙΑΤΡ
I. po·ten·tial [pə(ʊ)ˈten(t)ʃəl, αμερικ poʊˈ-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
II. po·ten·tial [pə(ʊ)ˈten(t)ʃəl, αμερικ poʊˈ-] ΟΥΣ no pl also ΗΛΕΚ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
inhibitory postsynaptic potential (IPSP) [ɪnˌhɪbətrɪˌpəʊstsaɪnæptɪkpəˈtenʃl] ΟΥΣ
postsynaptic [ˌpəʊstsɪˈnæptɪk] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.