Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
society [βρετ səˈsʌɪɪti, αμερικ səˈsaɪədi] ΟΥΣ
2. society C (individual social system):
3. society (group):
4. society (upper classes):
I. secret [βρετ ˈsiːkrɪt, αμερικ ˈsikrɪt] ΟΥΣ
1. secret (unknown thing):
II. secret [βρετ ˈsiːkrɪt, αμερικ ˈsikrɪt] ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- secret ballot
- secrete
- secretion
- secretive
- secretively
- secret society
- secret weapon
- sect
- sectarian
- sectarianism
- section