Oxford Spanish Dictionary
próximo (próxima) ΕΠΊΘ
1.1. próximo (siguiente):
1.2. próximo como αντων:
2.1. próximo (en el tiempo):
- próximo (próxima)
-
- próximo (próxima)
-
- próximo a + infinit.
-
στο λεξικό PONS
próximo (-a) ΕΠΊΘ
1. próximo:
próximo (-a) [ˈprok·si·mo, -a] ΕΠΊΘ
1. próximo:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.