στο λεξικό PONS
I. vor·schrifts·ge·mäß ΕΠΊΘ
- vorschriftsgemäß
-
II. vor·schrifts·ge·mäß ΕΠΊΡΡ
- vorschriftsgemäß
-
-
- vorschriftsgemäß
-
- vorschriftsgemäß
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
vorschriftsgemäß ΕΠΊΡΡ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
- vorschriftsgemäß
-
-
- vorschriftsgemäß
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.