στο λεξικό PONS
strub·be·lig, strubb·lig [ˈʃtrʊb(ə)lɪç] ΕΠΊΘ οικ
strubblig [ˈʃtrʊblɪç] ΕΠΊΘ οικ
strubblig → strubbelig
strub·be·lig, strubb·lig [ˈʃtrʊb(ə)lɪç] ΕΠΊΘ οικ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Belarus-Rubel ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Tadschikistan-Rubel ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Neuer Rubel ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.