στο λεξικό PONS
EG1 <-> [e:ˈge:] ΟΥΣ θηλ kein πλ ιστ
EG συντομογραφία: Europäische Gemeinschaft
- EG
-
EG2 <-, -s> [e:ˈge:] ΟΥΣ θηλ
EG ΟΙΚΟΝ συντομογραφία: eingetragene Genossenschaft
EG-Bei·tritts·ver·trag [e:ge:-] ΟΥΣ αρσ ΝΟΜ
Auf·ent·halts·er·laub·nis-EG ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
eG ΟΥΣ θηλ
eG συντομογραφία: eingetragene Genossenschaft ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
eingetragene Genossenschaft ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
EG-Zentralbank ΟΥΣ θηλ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
- EG-Zentralbank
-
EG-Solvabilitätskoeffizient ΟΥΣ αρσ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
EG-Öko-Audit-Verordnung ΟΥΣ θηλ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
EG-Umweltaudit-Verordnung ΟΥΣ θηλ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.