Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
station [stasjɔ̃] ΟΥΣ θηλ
1. station (de métro):
2. station ΡΑΔΙΟΦ:
3. station (lieu de séjour):
4. station (lieu d'observation scientifique):
5. station (position):
6. station (pause):
7. station οικ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ (station-service):
στο λεξικό PONS
station [stasjɔ̃] ΟΥΣ θηλ
3. station ΤΕΧΝΟΛ, ΘΡΗΣΚ:
station [stasjo͂] ΟΥΣ θηλ
3. station ΤΕΧΝΟΛ, ΘΡΗΣΚ:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.