στο λεξικό PONS
trol·ley [ˈtrɒli, αμερικ ˈtrɑ:li] ΟΥΣ
1. trolley esp βρετ, αυστραλ (cart):
2. trolley esp βρετ, αυστραλ (table):
4. trolley αμερικ (tram):
I. tea [ti:] ΟΥΣ
1. tea no pl (plant):
-
- Teepflanze θηλ
2. tea (drink):
4. tea βρετ (afternoon meal):
5. tea βρετ, αυστραλ (early evening meal):
trolley ΟΥΣ
-
- Einkaufswagen αρσ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
trolley αμερικ ΔΗΜ ΣΥΓΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- tea shrub
- teasingly
- teaspoon
- teaspoonful
- tea-strainer
- tea trolley
- tea urn
- tea wagon
- teazel
- teazle
- tech