στο λεξικό PONS
sneaki·ly [ˈsni:kɪli] ΕΠΊΡΡ
sneaky [ˈsni:ki] ΕΠΊΘ
beak·er [ˈbi:kəʳ, αμερικ -ɚ] ΟΥΣ
2. beaker ΦΥΣ ΕΠΙΣΤ, ΤΕΧΝΟΛ:
-
- Becherglas ουδ
ˈice-break·er ΟΥΣ
1. ice-breaker (ship):
2. ice-breaker (to break tension):
ˈEnglish-speak·er ΟΥΣ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.