στο λεξικό PONS
re·mit·tance [rɪˈmɪtən(t)s] ΟΥΣ τυπικ
for·eign [ˈfɒrɪn, αμερικ ˈfɔ:rɪn] ΕΠΊΘ
1. foreign αμετάβλ (from another country):
2. foreign (of other countries):
3. foreign κατηγορ (not known):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
foreign remittance ΟΥΣ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
foreign remittance order ΟΥΣ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
remittance ΟΥΣ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
foreign, alien ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.