Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: αρχή , ανώι , νύχι , όχι , Όχι , αρμέ , αρκώ , αργώ , αρσέ , αργά , αρά , άρχω , άρτι και αρνί

αρχή [arˈçi] SUBST θηλ

3. αρχή μτφ (βάση):

Grundlage θηλ
die Grundlagen θηλ πλ der Physik

4. αρχή (υπηρεσία, γραφείο):

Behörde θηλ
Behörde θηλ

αρνί [arˈni] SUBST ουδ

άρχω [ˈarxɔ] VERB αμετάβ nur präs

άρχω του/της γεν

αρά [aˈra] SUBST θηλ

Fluch αρσ

αρσέ [arˈsɛ] SUBST ουδ αμετάβλ (στην άρση βαρών)

Reißen ουδ

I . αργ|ώ <-είς, -ησα> [arˈɣɔ] VERB μεταβ (καθυστερώ κάποιον)

II . αρκούμαι VERB αυτοπ ρήμα

2. αρκούμαι (μένω ικανοποιημένος):

αρμέ [arˈmɛ] ΕΠΊΘ αμετάβλ

νύχι [ˈniçi] SUBST ουδ

1. νύχι (χεριού):

Fingernagel αρσ

2. νύχι (ποδιού):

Fußnagel αρσ

3. νύχι (γάτας):

νύχι και μτφ
Kralle θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский