Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „menee“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: meiner , meinen , Menge , messen , merken , melken , melden , meiden , mehren , Schnee και mental

mental [mɛnˈtaːl] ΕΠΊΘ

Schnee <-s> [ʃneː] SUBST αρσ ενικ

2. Schnee (Eischnee):

3. Schnee οικ (Heroin, Kokain):

άσπρη θηλ

I . mehren [ˈmeːrən] VERB μεταβ

II . mehren [ˈmeːrən] VERB αυτοπ ρήμα

meiden <meidet, mied, gemieden> [ˈmaɪdən] VERB μεταβ

melken <melkt, melkte/molk, gemelkt/gemolken> [ˈmɛlkən] VERB μεταβ auch μτφ

II . messen <misst, maß, gemessen> [ˈmɛsən] VERB αμετάβ

1. messen (Höhe):

III . messen <misst, maß, gemessen> [ˈmɛsən] VERB αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский