Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: mourir , mouvoir και mouroir

I . mourir [muʀiʀ] ΡΉΜΑ αμετάβ +être

2. mourir (venir de mourir):

être mort(e)

II . mourir [muʀiʀ] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα λογοτεχνικό

mouroir [muʀwaʀ] ΟΥΣ αρσ μειωτ

I . mouvoir [muvwaʀ] ΡΉΜΑ μεταβ

II . mouvoir [muvwaʀ] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina