στο λεξικό PONS
serv·er [ˈsɜ:vəʳ, αμερικ ˈsɜ:rvɚ] ΟΥΣ
1. server:
2. server (person):
4. server (in tennis):
5. server ΘΡΗΣΚ:
6. server ΝΟΜ:
server-savvy [ˈsɜ:vəsævi, αμερικ ˈsɜ:rvɚ-] ΕΠΊΘ αμετάβλ Η/Υ, ΔΙΑΔ
ˈserv·er archi·tec·ture ΟΥΣ Η/Υ
back-end ˈserv·er ΟΥΣ Η/Υ
-
- salad servers πλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.