στο λεξικό PONS
Er·trag·fä·hig·keit <-> ΟΥΣ θηλ kein πλ
1. Ertragfähigkeit ΓΕΩΡΓ:
2. Ertragfähigkeit ΧΡΗΜΑΤΟΠ:
Rechts·fä·hig·keit <-> ΟΥΣ θηλ kein πλ ΝΟΜ
Rechts·un·fä·hig·keit ΟΥΣ θηλ kein πλ ΝΟΜ
Re·ak·ti·ons·fä·hig·keit <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ kein πλ
1. Reaktionsfähigkeit Mensch:
2. Reaktionsfähigkeit ΧΗΜ:
Saug·fä·hig·keit <-> ΟΥΣ θηλ kein πλ
Lei·dens·fä·hig·keit <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ kein πλ
Lern·fä·hig·keit ΟΥΣ θηλ kein πλ ΨΥΧ, ΚΟΙΝΩΝΙΟΛ, ΣΧΟΛ
Lese- und Schreibfähigkeit ΟΥΣ
Einsatzfähigkeit ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Abzugsfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΦΟΡΟΛ
Geschäftsfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Erwerbsunfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΑΣΦΆΛ
Ertragsfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Handlungsfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Zukunftsfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Urteilsfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Kreditfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Anpassungsfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Tragfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Tragfähigkeit öffentlicher Verkehr, ΕΜΠΟΡ ΜΕΤΑΦ
Leistungsfähigkeit ΚΥΚΛΟΦ ΡΟΉ, ΥΠΟΔΟΜΉ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.