στο λεξικό PONS
Be·wer·bung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Bewerbung (Beantragung einer Einstellung):
- Bewerbung
-
- Bewerbung um ein politisches Amt
-
2. Bewerbung (Bewerbungsschreiben nebst Unterlagen):
- Bewerbung
-
3. Bewerbung (werbliche Maßnahmen):
- Bewerbung
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
-
- Bewerbung θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.