Oxford Spanish Dictionary
I. cuddle [αμερικ ˈkədl, βρετ ˈkʌd(ə)l] ΡΉΜΑ μεταβ
II. cuddle [αμερικ ˈkədl, βρετ ˈkʌd(ə)l] ΡΉΜΑ αμετάβ
III. cuddle [αμερικ ˈkədl, βρετ ˈkʌd(ə)l] ΟΥΣ
I. party [αμερικ ˈpɑrdi, βρετ ˈpɑːti] ΟΥΣ
1. party (event):
2. party ΠΟΛΙΤ:
3. party (group):
4. party (person or body involved):
στο λεξικό PONS
I. party [ˈpɑ:ti, αμερικ ˈpɑ:rt̬i] -ies -ie- ΟΥΣ
2. party + ενικ/pl ρήμα ΠΟΛΙΤ:
3. party + ενικ/pl ρήμα (group):
4. party a. ΝΟΜ:
I. party <-ies> [ˈpar·t̬i] ΟΥΣ
2. party + ενικ/pl ρήμα ΠΟΛΙΤ:
3. party + ενικ/pl ρήμα (group):
4. party a. ΝΟΜ:
| I | cuddle |
|---|---|
| you | cuddle |
| he/she/it | cuddles |
| we | cuddle |
| you | cuddle |
| they | cuddle |
| I | cuddled |
|---|---|
| you | cuddled |
| he/she/it | cuddled |
| we | cuddled |
| you | cuddled |
| they | cuddled |
| I | have | cuddled |
|---|---|---|
| you | have | cuddled |
| he/she/it | has | cuddled |
| we | have | cuddled |
| you | have | cuddled |
| they | have | cuddled |
| I | had | cuddled |
|---|---|---|
| you | had | cuddled |
| he/she/it | had | cuddled |
| we | had | cuddled |
| you | had | cuddled |
| they | had | cuddled |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- cubit
- cuboid
- cub reporter
- Cub Scout
- cuckold
- cuddle party
- cuddly
- cuddly toy
- cudgel
- cue
- cue ball