στο λεξικό PONS
risky [ˈrɪski] ΕΠΊΘ
-
- risky
-
- risky
-
- risky
-
- risky
-
- risky
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
risky ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- risky
-
- risky
-
-
- risky
-
- risky
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.