fled [fled] ΡΉΜΑ μεταβ, αμετάβ
fled μετ παρακειμ, παρελθ of flee
I. flee <fled, fled> [fli:] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. flee:
II. flee <fled, fled> [fli:] ΡΉΜΑ μεταβ
1. flee (avoid):
2. flee (leave):
I. flee <fled, fled> [fli:] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. flee:
II. flee <fled, fled> [fli:] ΡΉΜΑ μεταβ
1. flee (avoid):
2. flee (leave):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.