στο λεξικό PONS
des·ti·na·tion [ˌdestɪˈneɪʃən] ΟΥΣ
I. choice [tʃɔɪs] ΟΥΣ
1. choice no pl (selection):
2. choice no pl (variety):
3. choice (person, thing):
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
destination choice ΔΗΜΟΣΚ
choice of destination ΔΗΜΟΣΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.