Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
capacity [βρετ kəˈpasɪti, αμερικ kəˈpæsədi] ΟΥΣ
1. capacity (ability to hold):
2. capacity (of factory):
3. capacity (role):
4. capacity (ability):
στο λεξικό PONS
capacity [kəˈpæsəti, αμερικ -t̬i] ΟΥΣ
1. capacity <-ties> (amount):
2. capacity no πλ (ability):
cubic [ˈkju·bɪk] ΕΠΊΘ
capacity [kə·ˈpæs·ə·t̬i] ΟΥΣ
1. capacity <-ties> (amount):
2. capacity (ability):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.