Oxford Spanish Dictionary
asno2 ΟΥΣ αρσ
burro3 ΟΥΣ αρσ
1.1. burro:
1.4. burro Μεξ (escalera):
3. burro Μεξ (de la mazorca):
burro2 (burra) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1.1. burro ΖΩΟΛ (asno):
1.2. burro ΖΩΟΛ CSur οικ (caballo de carrera):
2.2. burro οικ (bruto, tosco):
burro1 (burra) ΕΠΊΘ
1.1. burro οικ (ignorante):
1.2. burro οικ (bruto, tosco):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.