I. un·er·war·tet [ˈʊnʔɛɐ̯vartət] ΕΠΊΘ
- unerwartet
-
- unerwarteter Gewinn ΕΜΠΌΡ
-
II. un·er·war·tet [ˈʊnʔɛɐ̯vartət] ΕΠΊΡΡ
- unerwartet
-
-
- unerwartet
-
- unerwartet
-
- unerwartet
-
- unerwartet
-
- unerwartet
-
- unerwartet
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.