στο λεξικό PONS
Schutz·hei·li·ge(r) <-n, -n; -n, -n> ΟΥΣ θηλ(αρσ) ΘΡΗΣΚ
See·herr·schaft <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ kein πλ
Ter·ror·herr·schaft <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ kein πλ
Vor·herr·schaft <-> ΟΥΣ θηλ ΠΟΛΙΤ
Schre·ckens·herr·schaft <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ
Schirm·herr·schaft <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ
Welt·herr·schaft <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ kein πλ
Will·kür·herr·schaft <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Herrschaft ΟΥΣ
Herrschaft ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Teilhaberschaft ΟΥΣ θηλ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
Gebietskörperschaft ΟΥΣ θηλ ΚΡΆΤΟς
Beherrschungsvertrag ΟΥΣ αρσ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Treuhänderschaft ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Partnerschaft ΟΥΣ θηλ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
körperschaftlich ΕΠΊΘ ΚΡΆΤΟς
Preisführerschaft ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
vorherrschend ΕΠΊΘ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Systempartnerschaft ΟΥΣ θηλ E-COMM
Trägerschaft ΟΥΣ θηλ ΚΡΆΤΟς
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Schutzhelm ΟΔ ΑΣΦ
Nachbarschaft ΧΩΡΟΤΑΞΊΑ
Körperschaften
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
Wetter- und Schallschutzhaube
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
