Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
favorable [favɔʀabl] ΕΠΊΘ
favorable circonstances, conditions, occasion:
- résolument opposé, favorable
-
- couche favorable à la fossilisation
-
- ballottage favorable/défavorable
-
στο λεξικό PONS
favorable [favɔʀabl] ΕΠΊΘ
- bénéficier d'un préjugé favorable
-
- bénéficier d'un préjugé favorable
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.