Oxford Spanish Dictionary
slightly [αμερικ ˈslaɪtli, βρετ ˈslʌɪtli] ΕΠΊΡΡ
1. slightly (a little):
- slightly improve/change
-
- slightly improve/change
-
- slightly rain/snow
-
- slightly different/damp
-
2. slightly (slimly):
- slightly built
-
-
- slightly
-
- slightly
-
- slightly
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.