Oxford Spanish Dictionary
anxious [αμερικ ˈæŋ(k)ʃəs, βρετ ˈaŋ(k)ʃəs] ΕΠΊΘ
1. anxious (worried):
- anxious
-
- anxious
-
2. anxious (worrying):
- anxious time/moment
-
3. anxious (eager):
- anxious
-
- anxious
-
στο λεξικό PONS
anxious [ˈæŋkʃəs] ΕΠΊΘ
1. anxious (concerned):
anxious [ˈæŋk·ʃəs] ΕΠΊΘ
1. anxious (concerned):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.