στο λεξικό PONS


trans·por·ta·tion [ˌtræn(t)spɔ:ˈteɪʃən, αμερικ -spɚˈ-] ΟΥΣ no pl
1. transportation (conveying):
- transportation
-
- transportation
-
2. transportation esp αμερικ, αυστραλ (traffic):
- transportation
-
- transportation
-
3. transportation usu βρετ ιστ (deportation):
- transportation to
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS


Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»


transportation system management ΥΠΟΔΟΜΉ
- transportation system management
-


PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.