στο λεξικό PONS
cal·cu·la·tion [ˌkælkjəˈleɪʃən] ΟΥΣ
1. calculation ΟΙΚΟΝ, ΜΑΘ:
2. calculation no pl (in math):
3. calculation no pl μειωτ (selfish planning):
speci·men [ˈspesəmɪn, αμερικ -mən] ΟΥΣ
1. specimen (example):
2. specimen ΙΑΤΡ:
3. specimen usu μειωτ οικ (person):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
specimen calculation ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.