στο λεξικό PONS
ad va·lo·rem ˈtar·iff ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ
-  
-  Wertzolltarif αρσ
 
  
 tar·iff [ˈtærɪf, αμερικ esp ˈter-] ΟΥΣ
1. tariff τυπικ esp βρετ:
2. tariff ΟΙΚΟΝ, ΝΟΜ:
ad [æd] ΟΥΣ οικ
ad·ver·tise·ment [ədˈvɜ:tɪsmənt, αμερικ ˌædvɚˈtaɪzmənt] ΟΥΣ
tariff ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
 
  
 