στο λεξικό PONS
I. melt [melt] ΟΥΣ
1. melt (thaw):
2. melt αμερικ ΜΑΓΕΙΡ:
II. melt [melt] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. melt (turn into liquid):
2. melt μτφ (become tender):
DNA [ˌdi:enˈeɪ] ΟΥΣ no pl
de·oxy·ri·bo·nu·cle·ic acid [dɪˌɒksɪraɪbəʊnju:ˌkleɪɪkˈæsid, αμερικ dɪˌɑ:ksɪraɪboʊnu:ˌkli:ɪk] ΟΥΣ, DNA ΟΥΣ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
DNA melting ΟΥΣ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
I | melt |
---|---|
you | melt |
he/she/it | melts |
we | melt |
you | melt |
they | melt |
I | melted |
---|---|
you | melted |
he/she/it | melted |
we | melted |
you | melted |
they | melted |
I | have | melted |
---|---|---|
you | have | melted |
he/she/it | has | melted |
we | have | melted |
you | have | melted |
they | have | melted |
I | had | melted |
---|---|---|
you | had | melted |
he/she/it | had | melted |
we | had | melted |
you | had | melted |
they | had | melted |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- DLL
- DLP
- DM
- D-Mark
- DMs
- DNA melting
- DNA microarray
- DNA polymerase
- DNA probe
- DNA replicated
- DNase