Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: mich , mild , mies , mied , mit και mir

I . mich [mɪç] ΠΡΟΣΩΠ ΑΝΤΩΝ

mich αιτ von ich

II . mich [mɪç] ΑΥΤΟΠ ΑΝΤΩΝ αιτ, 1. πρόσ ενικ

Βλέπε και: ich

mied [miːt]

mied απλ παρελθ von meiden

Βλέπε και: meiden

meiden <meidet, mied, gemieden> [ˈmaɪdən] VERB μεταβ

mies [miːs] ΕΠΊΘ οικ

mild [mɪlt] ΕΠΊΘ

1. mild (nicht rau):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский