chauffée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για chauffée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. chauffer (élever la température de):

notre maison est bien/mal chauffée
une piscine chauffée

1. chauffer (devenir chaud):

Βλέπε και: oreille, bois

1. oreille ΑΝΑΤ:

dresser l'oreille κυριολ, μτφ

ιδιωτισμοί:

to give sb a ticking off βρετ οικ
bois d'ébène κυριολ
bois d'ébène ΙΣΤΟΡΊΑ (esclaves) μτφ
casser du bois οικ ΑΕΡΟ
sortir du bois οικ
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για chauffée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
warm up ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ, ΗΛΕΚ car, engine, radio:
warm up (prepare) ΘΈΑΤ
chauffer οικ
jack up οικ
chauffer οικ
ça va chauffer! οικ

chauffée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για chauffée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για chauffée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

chauffée Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

ça va chauffer οικ
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski