ponérsele στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για ponérsele στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

1.1. poner (colocar):

3.1. poner (en un estado, una situación) + συμπλήρ:

4.1. poner (conectar, encender):

1.1. ponerse refl (colocarse):

ponérsele a alg. algo λατινοαμερ οικ se le puso que tenía que escalar la montaña

2.1. ponerse (en un estado, una situación) + συμπλήρ:

Μεταφράσεις για ponérsele στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
to go all of a doodah οικ

ponérsele στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για ponérsele στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

1. poner:

where can I have put ...?

II.poner [po·ˈner] irr ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα ponerse

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για ponérsele στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
ponérsele los pelos de punta
Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文